en-academic.com en-academic.com
en-academic.com
  • EN
    • RU
    • DE
    • ES
    • FR
  • Remember this site
  • Embed dictionaries into your website

Academic Dictionaries and Encyclopedias

 
  • Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό)
  • Interpretations

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό)

διαφ - διχα

  • διαφαγεῖν
  • διαφάδην
  • διαφαίκωσι
  • διαφαίνω
  • διαφαιρέω
  • διαφάνεια
  • διαφανής
  • διαφαρμακεύω
  • διάφαρος
  • διάφασις
  • διαφάσσειν
  • διαφαυλίζω
  • διάφαυμα
  • διάφαυσις
  • διαφαύσκω
  • διαφεγγής
  • διαφερόντως
  • διαφέρω
  • διάφεσις
  • διαφεύγω
  • διαφευκτέον
  • διαφευκτικός
  • διάφευξις
  • διαφημέω
  • διαφημίζω
  • διαφθαρτικός
  • διαφθέγγομαι
  • διαφθείρω
  • διαφθίνω
  • διαφθονέω
  • διαφθορά
  • διαφθορεύς
  • διαφθορέω
  • διαφίημι
  • διαφιλονικέω
  • διαφιλοτεκνέω
  • διαφιλοτιμέομαι
  • διαφλέγω
  • διάφλοισβοι
  • διαφλύζω
Страницы
  • следующая →
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • 13
  • 14
  • 15
  • 16
  • 17
  • 18
  • 19
  • 20
  • 21
  • 22
  • 23
  • 24
  • 25
  • 26
  • 27
  • 28
  • 29
  • 30
  • 31
  • 32
  • 33
  • 34
  • 35
  • 36
  • 37
18+
© Academic, 2000-2025
  • Contact us: Technical Support, Advertising
Dictionaries export, created on PHP,
Joomla,
Drupal,
WordPress, MODx.